3
Mar. 2020
Η παραβίαση των υποχρεώσεων (γενικών και ειδικών) της τράπεζας παρέχοντα επενδυτικές υπηρεσίες έχει διπλά αποτελέσματα. Εξ απόψεως διοικητικού δικαίου ενεργοποιούν διοικητικές κυρώσεις βάσει των κανόνων της κεφαλαιαγοράς και εξ απόψεως αστικού δικαίου δημιουργεί υποχρέωση αποζημίωσης είτε ενδοσυμβατικά είτε (και εφόσον κριθεί το παράνομο και υπαίτιο) με βάση τις αδικοπρακτικές διατάξεις.
Ενδεικτικά ζητήματα ευθύνης του παρέχοντα δημιουργούνται αν α) δεν επιμελείται της συμπληρώσεως σχετικού ερωτηματολογίου πριν την παροχή της επενδυτικής συμβουλής, β) δεν ενημερώνει εγγράφως τον επενδυτή για την περίπτωση επακολούθησης συγκεκριμένων επενδυτικών επιλογών του, γ) δεν διαθέτει την κατάλληλη υποστήριξη των εξειδικευμένων συμβούλων της τεχνική ανάλυση της μελλοντικής κινήσεως των κινητών αξιών που περιλαμβάνει στο προτεινόμενο επενδυτικό πρόγραμμα, δ) δεν ενημερώνει με απολύτως σαφή τρόπο τον επενδυτή ως προς τις αποδόσεις των προτεινομένων για επένδυση τίτλων (άρθρο 6 ΚΔΕΠΕΥ). Η παράβαση των προβλεπομένων στις διατάξεις του εν λόγω Κανονισμού Δεοντολογίας ΕΠΕΥ συνιστά παρανομία υπό την έννοια της διατάξεως του άρθρου 914 του ΑΚ. Εφόσον, λοιπόν, η εν λόγω παρανομία, διαπραχθείσα με υπαιτιότητα, επιφέρει αιτιωδώς ζημία στον επενδυτή, υποχρεώνει την παρανομούσα τράπεζα σε αποζημίωση εξ αδικοπραξίας.
Επιπροσθέτως, είναι δυνατόν να χρησιμοποιηθούν και διατάξεις του ν.2251/1994 και πιο συγκεκριμένα το άρθρο 8. Γενικώς το κατά πόσο αθετήθηκαν υποχρεώσεις σχετίζεται και άμεσα με τις ειδικότερες πτυχές της σχέσης επενδυτή και παρέχοντα, τη στάση του επενδυτή, τις γενικότερες γνώσεις του, την συμμετοχή του στις αποφάσεις και γενικότερα την θέση του.
Ειδικότερα, ως προς τη διαχείριση χαρτοφυλακίων είναι εξαιρετικά δυσχερής η απόδειξη πταίσματος επί της προκληθείσης ζημιάς[1], καθώς για να υπάρχει υποχρέωση προς αποζημίωση η ζημία θα πρέπει να είναι προβλέψιμη από έναν διαχειριστή με εμπειρία πέραν του μέσου επενδυτή, πράγμα εξαιρετικά αμφιλεγόμενο και αβέβαιο, ειδικά υπό το ρευστό κλίμα της χρηματιστηριακής αγοράς.
Σύμφωνα με το άρθρο 8 Ν. 2251/1994, ο επενδυτής υποχρεούται να αποδείξει την παροχή των υπηρεσιών προς τον ίδιο, χωρίς καν να χρειάζεται να αποδειχθεί ζώσα συμβατική σχέση, τη ζημιά και την αιτιώδη συνάφεια υπηρεσίας και ζημιάς, ενώ το μέλος ( ο παρέχων τις επενδυτικές υπηρεσίες δηλαδή) φέρει το βάρος απόδειξης έλλειψης υπαιτιότητας (νόθος αντικειμενική ευθύνη) ή την ύπαρξη εύλογου πλαισίου προσδοκώμενης ασφάλειας. [2] Το δικαστήριο, προκειμένου να θεμελιώσει τον παράνομο χαρακτήρα της συμπεριφοράς της τράπεζας έναντι του πελάτη της (αποδέκτη επενδυτικών υπηρεσιών), μπορεί να αναχθεί σε περισσότερα του ενός πρότυπα συμπεριφοράς, νομοθετημένα ή μη, όπως τα πρότυπα δεοντολογίας του ΚΔΕΠΕΥ και του Κώδικα Τραπεζικής Δεοντολογίας ή και αλλοδαπών ακόμη κωδίκων δεοντολογίας, υπό την προϋπόθεση, ωστόσο, ότι το περιεχόμενο τους γίνεται ευρύτερα αποδεκτό στις κοινοτικές επενδυτηικές αγορές.[3]
Συμπληρωματικά, εφόσον συντρέχει αυτή η περίπτωση, ο παρέχων επενδυτικές υπηρεσίες θα πρέπει να αποδείξει την ύπαρξη συνυπευθυνότητας τρίτου, προκειμένου να μετακυλήσει μέρος της ευθύνης κατά το άρθρο 6 παρ. 10 ν.2251/1994. Ανεξάρτητα από την εσωτερική σχέση του μέλους με τους αντιπροσώπους της, βοηθούς νομής (335 ΑΚ) ή προστηθέντες (922 ΑΚ) το μέλος ευθύνεται εις ολόκληρον έναντι των επενδυτών.
Εφόσον αποδειχθεί συντρέχον πταίσμα του επενδυτή (άρθρο 6 παρ.11 ν/2251/1994) τότε η ευθύνη του μέλους μπορεί να μειωθεί ή και να αρθεί ( αντίστοιχη ρύθμιση με το άρθρο 300 ΑΚ ).
Τέλος, απαλλακτικές ρήτρες απαγορεύεται εκ του άρθρου 8 το οποίο παραπέμπει στο άρθρο 6. παρ.12 ν.2251/1994, ακόμα και για ελαφρά αμέλεια.
_______________________________________________________________
[1] Στοιχεία Τραπεζικού Δίκαιου, Δημόσιο & Ιδιωτικό Τραπεζικό Δίκαιο, Ν.Ρόκας & Χ. Γκόρτσος, 2012, Εκδόσεις Νομική βιβλιοθήκη σελ 343-344
[2] Η συμπεριφορά του παρέχοντας υπηρεσίες θα πρέπει να ανταποκρίνεται στην ευλόγως προσδοκώμενη ασφάλεια, δηλαδή στις συναλλακτικές υποχρεώσεις πρόνοιας και ασφάλειας που επιβάλλουν οι κανόνες της επιστήμης ή τέχνης του.
[3] Dr Dimitrios K. Roussis στο Journal of International Banking Law and Regulation 2015 Legislative Comment «The Greek banking code of conduct: the nature and the principles of the legislative intervention in private autonomy within credit agreements» σελ 1